Shopping Cart

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.

Αφιέρωμα στον ποιητή του υπόγειου της Σούτσου, Νίκο Καρούζο

Γράφει ο υποψήφιος Διδάκτωρ Φιλολογίας Κωνσταντίνος Κωστέας

(Ναύπλιο 17/07/1926 – Αθήνα 28/09/1990)

Με την αγάπη

Θα σηκώσουμε την απελπισία μας

απ’ το αμπάρι του κορμιού.

Η πρώτη μου επαφή με την πεζόμορφη, αφηγηματική και πυκνή νοημάτων ποίηση του Νίκου Καρούζου συνέβη πίσω στα 2007-08, όταν, ξεφυλλίζοντας τα ΚΝΛ της Γ΄ Λυκείου, έφτασα στο ποίημα «Αγγίζοντας αυτή τη νεότητα». Παρόλα αυτά, δεν κατάλαβα σχεδόν τίποτα. Μπροστά μου βρισκόταν κι ο βραχνάς των Πανελλαδικών Εξετάσεων….

Λίγα χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια των σπουδών μου, γοητεύτηκα απ’ τον κρυπτικό και στοχαστικό τόνο των στίχων του και πάσχισα να ερμηνεύσω τους «αμφιλεκτισμούς», τις φαινομενικά ασύμβατες συνάψεις λέξεων, και την ασύνδετη παράθεση εικόνων, που κατοπτρίζουν τη φύση, τον έρωτα, την εσώτερη μοναξιά, το κυνήγι του θεού, δημιουργώντας την αίσθηση του ξαφνιάσματος, της ανοικείωσης.  Ενδεικτικά: «άχρωμη αποκριά της λογικής», «των άστρων ο σκύλος», «κυανά φωνήματα», «Πιστεύω εις ένα Υπολογιστήν εντός κεραυνού και δια της ύλης». Σταδιακά, εξελίχθηκε σ’ έναν από τους ποιητές που δεν μ’ αφήνουν να κοιμηθώ τα βράδια…

Σαγηνευτικός, όμως, είναι κι ο βίος του. Μικρό παιδί στο «θανάσιμο Ανάπλι» ξεκοκαλίζει τη βιβλιοθήκη του ιερέα παππού του. Περίοπτη θέση στα ράφια της είχαν αρχαίοι συγγραφείς και φυσικά οι πατέρες της Εκκλησίας. Στα δίσεκτα χρόνια που ακολουθούν την Κατοχή, γίνεται μέλος της ΕΠΟΝ. Τον Ιούνιο του 1946, μεσούντος του Εμφυλίου, στοχοποιείται από τους Χίτες, αλλά φεύγει έγκαιρα για την Αθήνα, χωρίς να γίνει αντιληπτός. Ο παιδικές μνήμες από τη γενέτειρά του τον ακολουθούν, σύμφωνα με συνεντεύξεις του. Ας σταθούμε στον στίχο: «χρονάκια της αυλής, του μαγκαλιού και της μητέρας».

Στο «κλεινόν άστυ» μένει ως το τέλος της ζωής του. Εξαίρεση, η περίοδος (1951-1953), όποτε εξορίζεται στην Ικαρία και τη Μακρόνησο. Επιστρέφοντας, εγκαταλείπει τις σπουδές του στη Νομική και τη Σχολή Επιστημών και ατενίζει τα βήματα των περαστικών από το υπόγειο της οδού Δημητρίου Σούτσου 36, το οποίο ο ίδιος αποκαλεί «υπερώο της Αθήνας».  

Η ζωή του, μυθιστορηματική, ασκητική, μονήρης. Εξομολογούμενος: «η νύχτα με συμφέρει», επιλέγει την αέναη περιπλάνηση, όπως ο Βωδελαίρος στις στοές των Παρισίων, και με βαριά καρδιά παρατηρεί:  «η κόλαση λοιπόν είναι πια η πατρίδα μας». Κατάληξή του το μπαρ Ράμπα των Εξαρχείων, όπου παραδίδεται στα πάθη του: το ποτό και το τσιγάρο, τα οποία διαπερνούν και την ποίησή του: «πίνοντας / ως το φουκαριάρικο συκώτι μου» και «Το τσιγάρο πάλι στην επιφάνεια. Τι θ’ απογίνω;».

Ως προς το περιεχόμενό τους, τα πρωτόλεια ποιήματά του εμφορούνται από μια ιδιότυπη, γήινη θρησκευτικότητα (κοινός τόπος με τον Δ. Π. Παπαδίτσα), η οποία αποβλέπει προς την υπέρβαση των ορίων του «εγώ» και τη συμφιλίωση με το αισθητό σύμπαν. 

Σταδιακά, συνειδητοποιώντας το ατελέσφορο της όποιας προσπάθειας μεταρσίωσης πέρα από το προσωπικό, το ποιητικό υποκείμενο, ώριμο πλέον κι ωθούμενο προς την απελπισία, βιώνει την ύπαρξη σαν δυστύχημα. Προσέτι, βασικοί πυλώνες του έργο του καθίστανται η υπαρξιακή αγωνία και η φιλοσοφική διάσταση. Μέσω αυτών, θα επέλθει η συμφιλίωση αντίρροπων ζευγών: του παρελθόντος με το παρόν και του χθόνιου με το ύψιστο, εξασφαλίζοντας την εξισορρόπηση.

Χαρακτηριστικά, τα ποιήματα του, συχνά συνδιαλέγονται με ακρώρειες του πνεύματος (Ηράκλειτος, Κίργκεγκωρ. Νίτσε, Μαρξ, Φρόυντ) και συχνά έρχονται σ’ επαφή με τη φιλοσοφία της Ανατολής (ταοϊστική φιλοσοφία π.χ. κείμενα  Λαό Τσε, Ζεν Βουδισμός). Αβέβαιος για τη χρησιμότητα της τέχνης του, προσπαθεί να δώσει απόκριση στο ακανθώδες ερώτημα: «τι είναι ποιήματα;»


«Διερώτηση για να μην κάθομαι άνεργος»

Ποτέ στ’ αλήθεια δεν το ’μαθα
  τί είναι τα ποιήματα.
Είναι πληγώματα
  είν’ ομοιώματα
    φενάκη
      φρεναπάτη;
Φρενάρισμα ίσως;
  ταραχώδη κύματα;
    τί είναι τα ποιήματα;
Είν’ εκδορές απλά γδαρσίματα;
  είναι σκαψίματα;
Είναι ιώδιο; Είναι φάρμακα;
  είναι γάζες επίδεσμοι
    παρηγόρια ή διαλείμματα;
Πολλοί τα βαλσαμώνουν ως μηνύματα.
  Εγώ τα λέω ενθύμια φρίκης.

Παρά τις αλλεπάλληλες ματαιώσεις από τον κόσμο των αισθητών —χαρακτηριστική η ρήση «η ύλη δεν με θέλει» — μένει πιστός στα οράματά που τον συνέχουν κι αναφωνεί: 

Εργάσου τώρα στου εαυτού την εκμηδένιση κραυγάζοντας «κάτω οι μιαροί παρασημάδες»

εμείς μπορούμε να δώσουμε τη ζωή μας μέσα σ’ ένα

Συλλαλητήριο

Εσείς τι μπορείτε;

[…]

Αντλώντας απ’ τον Ηράκλειτο, καταφάσκει υπέρ μιας ποιητικής «παλιντόνου αρμονίας», η οποία θα επιτευχθεί από τη συμφιλίωση αντικρουόμενων πνευμάτων, όπως ο Λένιν κι ο Γκάντι: 

«Λένιν και Μαχάτμα»

Ξημέρωνε κ’ ήτανε κ’ οι δυο τους

ασπροντυμένοι.

Κελαηδούσε απ’ όξω ο τόπος. «Τα πουλιά»

ψιθύρισε ο Μαχάτμα.

Ο Λένιν χαμογέλασε καλόκαρδα διορθώνοντας.

«Μυδράλια».

Θιασώτης της α-ταξικής κοινωνίας, σε συνέντευξη του στον Δημήτρη Γκιώνη, λίγους μήνες πριν τον θάνατό του, εξωτερικεύει τη δυσπιστία του απέναντι στο κράτος, ακόμα και το σοσιαλιστικό:

«Είμαι αναρχοκομουνιστής. Δεν πιστεύω στο κράτος. Δεν πιστεύω ότι το κράτος είναι δυνατό να συμβάλει στη σοσιαλιστική πρόοδο της κοινωνίας. Δεν πιστεύω ότι μπορεί να παίξει ρόλο υπέρ του σοσιαλισμού και της αταξικής κοινωνίας

«Δεν είναι κατάρρευση του κομμουνισμού, είναι κατάρρευση του σταλινικού καθεστώτος. Δεν υπήρξε κομουνισμός. Υπήρχε μια στυγνή γραφειοκρατία, όπου ο εργαζόμενος είχε απλώς δυνατότητες επιβίωσης. Τη μερίδα του λέοντος ενέμετο η γραφειοκρατία. Εγώ αυτά τα είχα προβλέψει σε ανύποπτο χρόνο και δεν εντυπωσιάστηκα και δεν έχω να κλάψω τίποτε απ’ αυτή την κατάρρευση.»

«Θα πρέπει όμως να ομολογηθεί ότι ο επαναστατικός μαρξισμός, όπως τον διαμόρφωσε ο Λένιν και η Οχτωβριανή Επανάσταση, έπαιξε τεράστιο ρόλο στον εικοστό αιώνα υπέρ των εργαζομένων. Μόνο που σε αντίθεση με τον κομουνισμό, ο καπιταλισμός έδειξε πως όταν χρειάζεται, ξέρει να συσπειρώνεται και να ξεπερνάει τις κρίσεις, όπως το κραχ του 1929. Ο Μαρξ δεν είχε καταλάβει ότι ο καπιταλισμός έχει ένστικτο αυτοσυντήρησης – και να που σήμερα είναι σε θέση να παίρνει πίσω παραχωρήσεις από τους εργαζόμενους, να τις μειώνει ή να τις παγώνει».

Μόνη διέξοδος, η πορεία προς την ελευθερία:

Χωρίς κανένα κάγκελο και δίχως απεραντοσύνη

χωρίς αιωνιότητα

δίχως τ’ αντίθετό της

αγέννητη και ξένη προς το θάνατο

λάμπει στα φυλλοκάρδια η ελευθερία.

Τα συναισθήματα που του γεννά η διαφαινόμενη, εκ των έσω, κατά τον ίδιο, κατάρρευση του Κομμουνισμού διοχετεύονται ποιητικά, μέσω μιας ποιητικής αναδρομής στην αιματοβαμμένη εξέγερση που έλαβε χώρα στη ναυτική βάση της Κροστάνδης (Μάρτιος 1921) εναντίον των Μπολσεβίκων. Στο εν λόγω κίνημα συμμετείχαν ναύτες με σοσιαλιστικές και αναρχικές ιδέες αλλά και αγροτικοί και εργατικοί πληθυσμοί της περιοχής, που, στη συντριπτική τους πλειονότητα, είχαν ταχθεί υπέρ της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917: 

«Νεολιθική Νυχτωδία στη Κροστάνδη» (απόσπασμα)

– Ξέχειλα τα οράματά μας. Εμπλουτισμένοι αθανασία.

– Νυμφίοι της ελπίδας αρουραίοι.

[Λάμπουμε όλοι στην Κρονστάνδη. Στην πιο περήφανη γεωγραφία]

[…]

– Άννα, τι συμβαίνει;

– Άρχισε η επίθεση.

– Άννα, έχε γειά, θα πεθάνουμε.

– Νικολάι, σ’ αγαπούσα ολόκληρη.

– Μίαν άλλη φορά, θα ξαναγίνει, Άννα

Παρά τη διαφαινόμενη διάψευση του ποιητή από την εξωτερική πραγματικότητα, δεν πρέπει να προσπεράσουμε την επίγευση ελπίδας: 

Κι αν χιονίζει στο πνεύμα

κι αν κρυώνουν οι μεγάλες ιδέες

ο κόσμος πρέπει να προχωρήσει.

Πυρήνας του ποιητικού του σύμπαντος, γίνεται, άλλωστε η αγάπη, η οποία πρέπει να έρθει στο φως και να πρυτανεύσει, εξασφαλίζοντας την ενότητα με το σύμπαν:

Θα περάσουν αποπάνω μας όλοι οι τροχοί

στο τέλος

τα ίδια τα όνειρά μας θα μας σώσουν.

Αγάπη μείνε στην καρδιά –

αυτός ας είναι ο κανών του τραγουδιού σου.

Με την αγάπη

θα σηκώσουμε την απελπισία μας

απ’ τ’ αμπάρι του κορμιού.

Δεν είναι φορτίο για τη χώρα των αγγέλων

η απελπισία.

Και προπαντός

ας μην αφήσουμε την αγάπη

να συνωστίζεται με τόσα αισθήματα…

Η διαρκώς ογκούμενη υπαρξιακή κραυγή και η εκπεφρασμένη αγωνία του για το μέλλον της ανθρωπότητας δεν θορύβησαν την επίσημη Πολιτεία. Η μόνη απάντησή της στα κελεύσματα του πληθωρικού, ως εκ τούτου αταξινόμητου, ποιητή της Α΄ Μεταπολεμικής Γενιάς, δύναται να συνοψιστεί στην τιμητική σύνταξη Β΄ Κατηγορίας που του προσφέρθηκε (την αρνήθηκε) και τη νοσηλεία του στον Ερυθρό Σταυρό με δελτίο απορίας, κατά τους τελευταίους μήνες της ζωής του. 

Εν τέλει, ενάμιση χρόνο μετά από τη διάγνωσή του με καρκίνο (Μάρτιος 1989), ο Νίκος Καρούζος πήρε τον δρόμο της μη-ύλης στις 28/09/1990 στο νοσοκομείο Υγεία. Παρότι έφυγε νωρίς, στα εξήντα τέσσερα χρόνια του· μέσα απ’ τον Αντισεισμικό του Τάφο «ατενίζει την αθανασία του», κατά τον ποιητικό του συνοδοιπόρο, Μίλτο Σαχτούρη, και στέλνει «την καλησπέρα του στα Ιδανικά μας».

Βιβλιογραφία:

Έντυπες Πηγές:

Αργυρίου Αλέξανδρος, «Νίκος Καρούζος», Η ελληνική ποίηση · Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, σ.482-483, Αθήνα: Σοκόλης 1982.

Ζήρας Αλέξης, «Καρούζος, Νίκος» (λήμμα), (συλλογικό έργο), Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας: Πρόσωπα, Έργα, Ρεύματα, Όροι, Αθήνα: Πατάκης 2007.

Καρούζος Νίκος, Θρίαμβος χρόνου, Αθήνα: Απόπειρα 1997.

Καρούζος Νίκος, Οιδίπους τυραννούμενος και άλλα ποιήματα, φιλολογική επιμέλεια: Μαρία Αρμύρα, Αθήνα: Ίκαρος 2014.

Καρούζος Νικος, Τα ποιήματα Α΄ (1961-1978),  Αθήνα: Ίκαρος, 1993.

Καρούζος Νίκος, Τα ποιήματα Β΄ (1979-1991), Αθήνα:  Ίκαρος, 1994.

Κούρτοβικ Δημοσθένης, «Νίκος Καρούζος», Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς· Ένας κριτικός οδηγός, σ.114-115, Αθήνα: Πατάκης, 1995.

Σαχτούρης, Μίλτος, Ποιήματα Άπαντα (1945-1998), Αθήνα: Κέδρος 2014.

Ηλεκτρονικές Πηγές:

Γκιώνης Δημήτρης, «Δεν υπήρξε κομουνισμός» , ΕΦ.ΣΥΝ., 18 Οκτωβρίου 2015. 

«Καρούζος Νίκος» (λήμμα), Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών», Εθνικό Κέντρο Βιβλίου.

Πατίλης Γιάννης, «Νίκος Καρούζος: Ιησούς & Ποιήματα», Νέο Πλανόδιον, 6 Απριλίου 2020.

Ο Κωνσταντίνος Κωστέας γεννήθηκε στις 03/08/1990 στην Καλαμάτα. Είναι αριστούχος απόφοιτος του τμήμα­τος Φιλολογίας (Κατεύθυνση Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φι­λολογίας) και του μεταπτυχιακού προγράμματος  «Αρχαία και Νέα Ελληνική Φιλοσοφία» (κατεύθυνση: Νεοελληνική Φιλολογία) της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών και Πολιτισμι­κών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με έδρα την Καλαμάτα. Από το 2021 είναι υποψήφιος Διδάκτωρ του ιδίου τμήματος.  Έχει επιμεληθεί πλήθος κειμένων. Ασχολείται με την ποίηση. 

to_saravalo blog